η χειρουργική αποκατάσταση ενός δοντιού, οργάνου, άκρου ή άλλης δομής στην αρχική του θέση.
Τι σημαίνει επανεμφύτευση;
μεταβατικό ρήμα. 1 ιατρικό: για αποκατάσταση ή αντικατάσταση (κάτι, όπως ένας σωματικός ιστός ή μέρος) μετά από απώλεια ή αφαίρεση: για εμφύτευση (κάτι) πίσω στο σώμα Αποβολή ή πλήρης μετατόπιση ενός δοντιού έξω από την υποδοχή του, απαιτεί ξέβγαλμα του δοντιού και επανεμφύτευσή του στην υποδοχή.-
Είναι η ακοινωνησία λέξη;
επίθ.
Είναι λέξη η στεναχώρια;
1. ένα αίσθημα οργής που χαρακτηρίζεται από απογοήτευση ή ταπείνωση. 2. να εκνευρίζομαι από την απογοήτευση ή την ταπείνωση.
Είναι ο κόσμος μια λέξη;
ουσιαστικό. Ένα ραβδί ή παρόμοιο ξύλινο σκεύος (συχνά με ένα επίπεδο άκρο) που χρησιμοποιείται για το ανακάτεμα.