Το
I έχω αποκτήσει σημαίνει ότι αναφέρεστε στην εμπειρία που αποκτήσατε μέχρι σήμερα. Απέκτησα αναφέρεται στην εμπειρία που αποκτήσατε στο παρελθόν. Δύσκολα θα πίστευε κανείς ότι δεν αποκτήσατε εμπειρία, πρόσφατα, αν πείτε ότι απέκτησα.
Έχει αποκτήσει νόημα;
B1. για να αποκτήσετε κάτι που είναι χρήσιμο, που σας δίνει ένα πλεονέκτημα, ή που είναι κατά κάποιο τρόπο θετικό, ειδικά σε μια χρονική περίοδο: Ο δήμαρχος έχει κερδίσει μεγάλη υποστήριξη από το σωματείο δασκάλων.
Έχει κερδίσει σε μια πρόταση;
Παράδειγμα πρότασης κέρδους. Τίποτα δεν θα μπορούσε να κερδηθεί με το να μένει κανείς σε τέτοιες σκέψεις. Έχω πάρει πέντε κιλά.
Τι χρόνος είναι έχουν κερδίσει;
Κερδίζεται ο παρελθοντικός χρόνος του κέρδους. Η τριτοπρόσωπη ενικό απλή ενεστώτα ενδεικτική μορφή κέρδους είναι τα κέρδη. Η ενεστώτας του κέρδους κερδίζει. Το παρελθοντικό του κέρδους κερδίζεται.
Ποιος είναι σε παρελθοντικό χρόνο;
Η λέξη "who" είναι αντωνυμία, επομένως δεν έχει παρελθοντικό χρόνο.