mean•ly 1 (mēn′lē), adv. με φτωχό, ταπεινό ή ταπεινό τρόπο. με ευτελή, περιφρονητικό, εγωιστικό ή άθλιο τρόπο.
Υπάρχει μια τέτοια λέξη τόσο κακόβουλη;
με φτωχό, ταπεινό ή ταπεινό τρόπο. με ευτελή, περιφρονητικό, εγωιστικό ή άθλιο τρόπο.
Τι είναι ο ορισμός του meanly;
α: με ταπεινό τρόπο: ταπεινά. β: με κατώτερο τρόπο. γ: με εύστοχο ή μη γενναιόδωρο τρόπο.
Τι σημαίνει άλλη λέξη;
εννοείται
- αισιόδοξα,
- υποτιμητικά,
- καπέλο στο χέρι,
- ταπεινά,
- χαμηλά,
- μεικτά,
- σεμνά,
- αισιόδοξα,
Είναι η λέξη σημαίνει επίρρημα;
σημαντικό επίρρημα (UNKINDLY)