ουσιαστικό, πληθυντικός ζητιάνος· ψείρες. (χρησιμοποιείται με ρήμα ενικού ή πληθυντικού) οποιοδήποτε από πολλά φυτά, ειδικά τουτων γενών Cynoglossum και Hackelia, που έχουν μικρούς, φραγκόσυκους καρπούς που κολλάνε στα ρούχα. (χρησιμοποιείται με ρήμα πληθυντικού) οι καρποί ή οι σπόροι ενός τέτοιου φυτού. Επίσης ζητιάνος·ψείρες [beg-er-lahys].
Γιατί το λένε ψείρες ζητιάνους;
Οι πεπλατυσμένοι, τριχωτές λοβοί κολλάνε στα ρούχα και στη γούνα των ζώων, εξ ου και οι ονομασίες «ψείρες του ζητιάνου» και «τριφυλλόφυλλο κροτώνων». ("Trefoil" σημαίνει "τρίφυλλα.") Ορισμένα δεσμόδια χρησιμοποιούνται στη γεωργία για την απώθηση των εντόμων, την αναστολή της ανάπτυξης των ζιζανίων, τον εμπλουτισμό του εδάφους και τη δημιουργία χορτονομής για τα ζώα.
Τι είναι η ψείρα;
ψείρες ζητιάνου
Οποιοδήποτε από πολλά φυτά, όπως ο κατιφές, ο ραβδόσπορος ή το τρίφυλλο τσιμπούρι, με μικρούς, συχνά φραγκόσυκους καρπούς που προσκολλώνται εύκολα σε ρούχα ή γούνα ζώων.
Ποιο είναι το άλλο όνομα για τις ψείρες ζητιάνου;
Hackelia virginiana, ένα διετές φυτό, είναι κοινώς γνωστό ως ψείρες του ζητιάνου, κολλητός ή ραβδόσπορος.
Μπορείς να φας ψείρες ζητιάνου;
Οι σπόροι είναι βρώσιμοι και για τον άνθρωπο, αλλά απαιτείται μεγάλος αριθμός για να γίνει ένα σημαντικό γεύμα. Η γεύση έχει περιγραφεί παρόμοια με τη σόγια και πολλοί άνθρωποι σχολιάζουν ότι φρυγανίζουν τους σπόρους που αφαιρούν σε ένα σιδερένιο τηγάνι και τους χρησιμοποιούν ως σνακ.