1. Μια πράξη κρατήματος με τα χέρια, συνήθως ως έκφραση στοργής. μια αγκαλιά. 2. Ένας περίβολος ή ένας περίβολος: πιάστηκε στην αγκαλιά της ζούγκλας.
Τι σημαίνει αγκαλιά;
Ορισμοί του εναγκαλισμού. η πράξη του να σφίξετε ένα άλλο άτομο στην αγκαλιά (όπως στο χαιρετισμό ή στοργή) συνώνυμα: αγκαλιά, αγκαλιάζω. τύποι: αγκαλίτσα, φωλιά, χαϊδεύω. μια στενή και στοργική (και συχνά παρατεταμένη) αγκαλιά.
Τι σημαίνει να αγκαλιάζω την ευκαιρία;
2 να αποδεχτείτε το (μια ευκαιρία, μια πρόκληση κ.λπ.) πρόθυμα ή πρόθυμα. 3 για να υιοθετήσετε (μια νέα ιδέα, πίστη, κ.λπ.
Τι είναι άλλη μια λέξη για να αγκαλιάσω την αλλαγή;
Συνώνυμα για την αλλαγή αγκαλιάςem·αλλαγή αγκαλιά.
Πώς χρησιμοποιείτε τη λέξη αγκαλιά;
Παράδειγμα πρότασης αγκαλιάς
- Η αγκαλιά του ήταν ζεστή και συναρπαστική. …
- Ήταν έτοιμος να αγκαλιάσει τον φίλο του, αλλά ο Νίκολας τον απέφυγε. …
- Ήρθε η ώρα να το αγκαλιάσει. …
- Έλυωσε στην αγκαλιά του, ανταποδίδοντας το πεινασμένο φιλί του.