Ορισμός της προεπιβολής στο αγγλικό λεξικό Ο ορισμός της προεπιβολής στο λεξικό είναι επιβάλλεται εκ των προτέρων.
Πώς χρησιμοποιείτε τη λέξη επιβολή;
Επιβολή σε πρόταση ?
- Για να διατηρηθεί η τάξη, ο διοικητής της φυλακής θα επιβάλει όσους κανόνες χρειάζεται για να κρατήσει τους κρατούμενους στη σειρά.
- Η πόλη πρόκειται να επιβάλει φόρο αναψυχής για να πληρώσει για νέα πάρκα.
Τι σημαίνει Obstrude;
1: εξώθηση: εξώθηση. 2: να εξαναγκάζεις ή να επιβάλλεις (τον εαυτό σου, τις ιδέες του κ.λπ.) χωρίς ένταλμα ή αίτημα. αμετάβατο ρήμα.: για να γίνει αδικαιολόγητα προεξέχον ή παρεμβατικό: εισβάλλω.
Τι σημαίνει επιβολή φόρων;
ρήμα (χρησιμοποιείται με αντικείμενο), επιβάλλεται, επιβολή· επιβολή. να ξαπλώσει ή να θέσει ως κάτι που πρέπει να αντεπεξέλθει, να υπομείνει, να υπακούσει, να πληρωθεί, να πληρωθεί κ.λπ.: να επιβάλει φόρους.
Τι σημαίνει η λέξη επιβολή;
: κάτι που επιβλήθηκε ή επιβλήθηκε: φόρος.